Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

ΕΘΝΕΓΕΡΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ‘’ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΤΣΟYΚΑΣ’’

ΕΘΝΕΓΕΡΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ  ‘’ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΤΣΟYΚΑΣ’’

Ομιλία  Hλία Δημητρόπουλου στο φιλολογικό Βραδινό της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος(Δευτέρα 15 Δεκ. 2014)

Έχω την εντύπωση ότι κάποια απορία πλανάται ως προς την επιλογή του θέματος. Κι αυτό, γιατί είναι εύλογη η απορία και ειδικότερα σ’ αυτούς που έχουν εντρυφήσει πάνω στην ποίηση.
Ποιος ήταν τέλος πάντων αυτός ο ποιητής που δεν έχει καταγραφεί στο πάνθεον των φτασμένων ποιητών ;
Όπως θα αναπτύξουμε στη συνέχεια, στην περίπτωση του ήρωα μας, η όποιας λογοτεχνικής αξίας ποίηση, μετατράπηκε σε όπλο, σε σάλπιγγα, σε σημαία, αποτέλεσε το ένα και μοναδικό όπλο για να συνεγείρει τον απανταχού Ελληνισμό.
Να δούμε όμως ποιος ήταν ως νέος Τυρταίος, ο Έλληνας που αφιέρωσε τη ζωή στο σκοπό της απελευθέρωσης, της λύτρωσης του σκλαβωμένου ελληνισμού.
Σπύρος Ματσούκας τ’ όνομά του, άγνωστος στο ευρύ κοινό, αθάνατο όμως το έργο του και η πρόσφορά του.
Η ζωή και η ποίησή του, είναι συνταιριασμένα. Η ζωή του ερμηνεύει την ποίησή του, και η ποίησή του τη ζωή του.
Και ερχόμαστε στην ιδέα Ενεργείας, που θα λέγαμε εάν εκπονούσαμε ένα Επιχειρησιακό Σχέδιο, δηλαδή, με ποια κριτήρια επέλεξα το θέμα ;
Οφείλω να ομολογήσω ότι και εγώ ήμουνα ένας απ’ αυτούς που αγνοούσαν τον Σπύρο Ματσούκα. Το ερέθισμα το πήρα όταν από έρευνες για άλλα θέματα συναντούσα συχνά ειδικά στον πατραϊκό τύπο και κυρίως στο ΝΕΟΛΟΓΟ, αναφορές γι’ αυτόν την περίοδο 1909 – 1928. Έτσι κεντρίστηκε περισσότερο το ενδιαφέρον μου να τον αναδείξω. Προς τούτο συνέτεινε και το γεγονός ότι καταγόταν από τη Νέα Πάτρα, δηλαδή την Υπάτη Φθιώτιδας, το Πατρατζίκ όπως την αποκαλεί ο Μακρυγιάννης. Ακόμη και το γεγονός ότι η Παλαιά Πάτρα αποτέλεσε τόπος δράσης του, αλλά και το ορμητήριό του προς το εξωτερικό, συνέβαλε σ’ αυτή την επιλογή.
Ας προσεγγίσουμε όμως τον τόπο, το χρόνο και τις συνθήκες που έδρασε ο Σπύρος Ματσούκας.
Γεννήθηκε στην Υπάτη Φθιώτιδας το 1873, την εποχή που το κρατίδιο που λεγόταν Ελλάδα, μόλις έφθανε μέχρι τις παρυφές της Άρτας και τον Παγασητικό κόλπο. Η μεγάλη ιδέα διαπερνούσε κάθε έλληνα του εσωτερικού και του εξωτερικού. Όπως ο ίδιος ο Ματσούκας αποκάλυψε οι γονείς του κατάγονταν από το Γαρδίκη Ασπροπόταμου. Τσοπάνηδες - σκηνίτες οι γονείς του κυνηγήθηκαν από τους ντόπιους προύχοντες και το 1858 και κατέβηκαν στην Υπάτη.
Στην Υπάτη λοιπόν είδε το φως ο ποιητής –ή καλύτερα ο Εθνικός  τραγουδιστής, ο Σπύρος Ματσούκας όπως και ο ίδιος ποιητικά σημειώνει:
«Είδα τον  Ήλιο στο βουνό
Και στα βαθιά λαγκάδια’
Με μοίρανε η χαραυγή,
Τα δειλινά τα βράδια.

Τελείωσε το ελληνικό σχολείο στην Υπάτη και τις γυμνασιακές του σπουδές στη Λαμία, στη συνέχεια γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εκεί ως φοιτητής δεν αφοσιώθηκε στη μελέτη των νομικών συγγραμμάτων, αλλά τον τραβούσε ο ποιοτικός λόγος που γι’ αυτόν ήταν και τραγούδι. Αξίζει να δούμε μια χαριτωμένη στιχομυθία με τη μάνα του :
 -« Αμ πως τα καταφέρνεις γιε μου – του ‘λεγε  η γριά μάνα του – και δεν παίρνεις το χαρτί σου από την Αθήνα;
-« Δεν φταίω εγώ, Μάνα μου… της απαντούσε εκείνος. Φταίνε εκείνα «τα ψιλά γράμματα» που έχουνε τα βιβλία !...Τα χοντρά τα διαβάζω καλά… , Μα εκείνα τα ψιλά μου σκοτίζουνε το κεφάλι !...
-« Και τι λογής είναι κείνα τα ψιλά γιε μου; Ο Ματσούκας, της διάβασε, τότε, από την Πολιτική Δικονομία κάτι ψιλογραμμένες σημειώσεις.
-« Αυτά είναι μάννα μου…
-« Αυτά ;… Έκανε απορώντας εκείνη καθώς τα κοίταζε… Αμ’ καλά κάνεις γιε μου και τα αποφεύγεις. Μ’ αυτά κι απ’ αυτά παλάβωσε κι ο Βασίλης της Παπαδιάς !».
Στην Αθήνα ως φοιτητής, Φύσει ενθουσιώδης και μαχητής δεν θα μπορούσε να είναι απών από τα λεγόμενα  Γαλβανικά γεγονότα που έλαβαν χώρα το τέλος Δεκεμβρίου του 1896. Αφορμή για τις καταλήψεις και διαμαρτυρίες των φοιτητών της εποχής  - το πρώτο Πολυτεχνείο θα λέγαμε - στάθηκε η άκαμπτη στάση του καθηγητή Ιατρικής, Ιούλιου Γαλβάνη, που είχε υπερβολικές απαιτήσεις τους επί πτυχίω φοιτητές. Στη φοιτητική του ζωή γνωρίζεται με τον Μεσολογγίτη ποιητή Μιλτιάδη Μαλακάση. «Η γνωριμία του αυτή έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο και επηρέασε πολύ τη μετέπειτα ζωή του. Από την άλλη μεριά ο Μαλακάσης, ο ποιητής του γνωστού «Μπαταριά», στο πρόσωπο του Σπύρου Ματσούκα βρήκε τον επιστήθιο φίλο του. Μαζί περνάνε τις περισσότερες ώρες ημέρας και νύκτας. Αντί να μελετούν τη θέμιδα, αναγιγνώσκουν και απαγγέλουν ποιητικές συλλογές «φτασμένων ποιητών» σε ρομαντικούς περιπάτους. «Αρχές του 1897 ο ελληνισμός πάλλεται απ’ άκρη σε άκρη, το κρητικό ζήτημα είναι πάλι σε έξαρση. Η Κρητική Επανάσταση είναι σε εξέλιξη. Ο Ματσούκας δεν μένει ασυγκίνητος, πείθει με τα πατριωτικά του λόγια κι άλλους φοιτητές και καταβαίνει στην Κρήτη, ως επικεφαλής ενός νέου ιερού Λόχου. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι κατά την πολιορκία της Κανδάνου, προσεφέρθηκε μαζί με  δύο άλλους Κρητικούς να ανατινάξουν στον αέρα τον πολιορκημένον και μη παραδιδόμενον πύργον της, Με την βεβαιότητα της αναποφεύκτου θυσίας του, ο Ματσούκας μετάλαβε, τότε, των αχράντων μυστηρίων, ενθουσιώδης και ατάραχος, ήταν έτοιμος για καμικάζι. Ευτυχώς η Κάνδανος έπεσε τη θεία βουλήσει, χωρίς την ανάγκη του απεγνωσμένου εγχειρήματος.
Ο ατυχής πόλεμος του 1897
Το 1897 ξεσπάει ο ελληνοτουρκικός πόλεμος. Μέσα στον πυρετό του πολέμου εγκαταλείπει τις σπουδές του και κατατάσσεται στο στρατό. «Μεταξύ των πρώτων εγκαταλείπει τα πάντα: Πανεπιστήμιον, φίλους, γονείς, συγγενείς και έρχεται εις την γενέτειρά του να φιλήσει το χέρι της μάνας του, να πάρει την ευχή της, και πάει να πολεμήσει τους Τούρκους.
Θα προτάξει τα στήθη του στο Δομοκό στο Βελεστίνο. Στο ένα χέρι κρατεί το όπλο και στ’ άλλο τον τηλεβόα. Ο Σπύρος Ματσούκας απαγγέλλει ποιήματά του στους στρατιώτες για να τους εμψυχώσει.
Σε μια φάση στο Δομοκό την ώρα της μάχης ο Λοχαγός φωνάζει «ΠΥΡ ομαδόν». Γιατί δεκανέα δεν ρίχνεις φωνάζει στον Ματσούκα. Κι αυτός χωρίς να χάσει τον ενθουσιασμό του και το κέφι του απαντά :
Περίμενα να ακούσω ‘’ΣΠΥΡ ομαδόν’’ κ. Λοχαγέ !
Πως πήρε το πτυχίο
Μετά το φιάσκο του μαύρου 97 και την ταπεινωτική ήττα της Ελλάδος, κατεβαίνει στην Αθήνα να συνεχίσει τις σπουδές του αποφασισμένος να πάρει το πτυχίο του. Ξαναβρήκε τον φίλο του Μαλακάση και επειδή είναι γνωστοί ως ποιητές, πίστευαν ότι θα τύχουν της ανάλογης εύνοιας του καθηγητή, Αλκιβιάδη Κρασσά. Ατυχώς απορρίφθηκαν και οι δύο.
Ξαναδοκίμασαν για τρίτη φορά, ο καθηγητής απευθυνόμενος στον Μαλακάση του λέει :
-        Σείς, κύριε, έρχεσθε ποιητική αδεία. Ο Μαλακάσης εγκατέλειψε
οριστικά την προσπάθεια.
Τον Ματσούκα τον ρώτησε «αν γηράσκει το δίκαιον». Αμήχανος που δεν είχε παρακολουθήσει τα μαθήματα του καθηγητή, απαντά.
«Μάλιστα κ. καθηγητά. Δεν ξέρω τι ιδέα έχετε Σείς, αλλά, κατά την ταπεινή μου γνώμη το δίκαιον γηράσκει και γίνεται … πάλευκον !...». Και ο Κρασσάς ικανοποιημένος σκέφθηκε να του δώσει εμμέτρως το πτυχίο :

Ωραία τα κατάφερες ω, Ποιητά Ματσούκα
Εδιάβης τον Ωκεανό με μικρή Φελούκα !...’.

Εγκαταλείποντας τη δικηγορία, βάλθηκε να πραγματοποιήσει «ζητιανεύοντας» ένα ευγενικό του όνειρο: «να ξεπληρώσει ο ίδιος το μεγάλο χρέος της Φυλής», την ανέγερση του ανδριάντα του  Αθανασίου Διάκου στη Λαμία. Θυμίζοντας κάπως τον  Αισώπειο μύθο, προμηθεύτηκε δύο ταγάρια, δυο σακίδια -ένα στον ώμο του, γεμάτο με τα αντίτυπα των ποιητικών του συλλογών, τα οποία πουλούσε πόρτα - πόρτα, κι ένα άδειο μπροστά στο στήθος του, για να μαζεύει τις εισπράξεις. Τα έσοδα από την πώληση των βιβλίων του προορίζονταν για την πληρωμή του γλύπτη Ι. Καρακατσάνη, που φιλοτέχνησε τον ανδριάντα. Τα σχόλια των εφημερίδων της εποχής υπήρξαν εγκωμιαστικά για τις καθημερινές του εκείνες εξορμήσεις, αν και η «Ακρόπολις» εξέφραζε επιφυλάξεις για το κατά πόσον η ανταπόκριση των Αθηναίων θα του έδινε τη δυνατότητα να πετύχει το σκοπό του. Οι επιφυλάξεις αυτές αποδείχθηκαν αβάσιμες. Καθημερινά το ένα σακίδιο του νεαρού ποιητή άδειαζε προς όφελος του άλλου, και τελικά το όνειρό του έγινε πραγματικότητα! Στις 23.4.1903 ο ανδριάντας του Αθανασίου Διάκου, από Πεντελικό μάρμαρο στήθηκε στην ομώνυμη πλατεία της Λαμίας, παρουσία του βασιλιά Γεωργίου Α΄ και όλης της βασιλικής οικογένειας !
Μετά την υλοποίηση του πρώτου στόχου για τον ανδριάντα του Διάκου, βάλθηκε να ανοίξει πανιά για μεγαλύτερα σχέδια. Να ξεσηκώσει τον Ελληνισμό όπου γης. Να ενισχύσει πάση θυσία τον πολεμικό μας στόλο.
Με αυτό το όραμα και με όπλο του τους στίχους του, την πίστη του στο σκοπό, αρχίζει το οδοιπορικό του από την Κρήτη.
Στην Κρήτη ω Εθνικός «Ζητιάνος»
Γνωστά τα μέρη, γνωστό το ταπεραμέντο των Κρητών. Δεν πέρασαν καλά – καλά τέσσερα χρόνια αφότου πολέμησε στο πλευρό τους το 1897. Τώρα το 1901 ξανακατεβαίνει στη Μεγαλόνησο. Σπεύδει πρώτα στο χωριό του την Υπάτη να πάρει την ευχή της μάνας του.
-        Μάνα θέλω την ευχή σου  κι ένα «Ταγάρι»
-        Τι θα το κάμεις παιδάκι μου ;
-        Θα βγω ζητιανιά για την άλλη Μάνα μου. Την Ελλάδα.
Και κείνη θυμόσοφα μαζί με την ευχή της του λέει :Στη ζωή σου γιε μου να μιλάς με ανθρώπους που έχουν και καρδιά και μυαλό…   Γιατί αν έχουν μόνο μυαλό κι όχι καρδιά, θα σε περάσουν για παγαπόντη : Αν έχουν μόνο καρδιά, θα σε περάσουν για κουτό.
Με αυτά τα συμπληρωματικά εφόδια στην φαρέτρα του, αρχές του 1902 κατεβαίνει στο νησί των γενναίων.
Γράφει ο «Κήρυξ» των Χανίων : «Αφίκετο εξ Αθηνών ο φίλος ποιητής Σπύρος Ματσούκας, όστις συνέλαβε την μεγάλην ιεράν ιδέαν να περιέλθει ανά τον έξω της ελευθέρας Ελλάδος Ελληνισμόν, προς τον σκοπόν να συλλέξει εράνους υπέρ του Εθνικού στόλου…
Η διάλεξη του Ματσούκα υπήρξε αληθινή μυσταγωγία… Στην κυριολεξία σκλάβωσε την Κρητική ψυχή. Με μια αγνή πειστικότητα βροντοφώναξε την ανάγκη να προσφέρουν πλούσιοι και φτωχοί για να ζήσει η Ελλάδα ως φυλή και ως Έθνος. Η Ελλάδα σαν θαλασσινή χώρα, πρέπει να ‘χει ένα περιδέραιο από καράβια έλεγε. Παντού θριαμβευτικά επισκέφθηκε όλες τις πόλεις της Κρήτης  τον δέχονταν με ενθουσιασμό και συγκίνηση. Και δεν είναι λεκτικές υπερβολές αυτά.
Στα Χανιά ένας φτωχός βαρκάρης τόσο συγκινήθηκε, που προσέφερε στο ταμείο του Εθνικού στόλου την μοναδική περιουσία του, την ‘’Ψαροπούλα’’ του», με την παράκληση να εκποιηθεί.
Ο Σπύρος Ματσούκας, με τη μεγάλη καρδιά, τον αγκάλιασε και του είπε :
«Αλλά και η βάρκα σου στολίζει τη θάλασσά μας, Γέρο Καπετάνιο !!!».
Από τις διαλέξεις του στα Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο και τις άλλες πόλεις της Κρήτης συγκεντρώθηκαν 5.000 χρυσές δραχμές, οι οποίες στάλθηκαν  στο Υπουργείο Ναυτικών της Ελλάδας.
Πριν αναχωρήσει από την Κρήτη την «Ονειρεμένη Κόρη» την αποχαιρέτησε με 68 δεκαπεντασύλλαβους στίχους…. που άρχιζαν :
Στο γάμο σου ήρθανε, ακριβή κι ονειρεμένη Κόρη
απ’ τα βουνά η παλληκαριά. Κι η λεβεντιά απ’ τα όρη
και σώφεραν χαρίσματα από μια άκρη σ’ άλλη,
χαρίσματα πρωτάκουστα για τα δικά σου κάλλη…
ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ
Αρχές του 1902 ο ποιητής του στόλου, «Ο Απόστολος Παύλος του στόλου», όπως τον αποκαλούσε ο Βλάσσης Γαβριηλίδης, άνοιξε πανιά και έφθασε στην Αίγυπτο. Στη χώρα των Φαραώ και των Πτολεμαίων με την μεγάλη και ανθηρή ελληνική παροικία.
Σύνθημά του : Ο ΣΤΟΛΟΣ – Ο ΣΤΟΛΛΟΣ !. Ξεσήκωσε τους πάντες, αφύπνισε συνειδήσεις, συγκίνησε καρδιές.
Με την άφιξή του στην Αλεξάνδρεια απέστειλε επιστολή στον Διευθυντή της εφημερίδας Ταχυδρόμος κι έγραφε ;
«Κύριε Διευθυντά !
Τραγουδιστής των αγίων παλμών της πατρίδος μου και των πόθων της μεγάλης Ελλάδος ένα και μόνον προεθέμην ευγενή και τέλειον σκοπόν, την εξυπηρέτησιν της πατρίδος αδόλως….
Η εφημερίδα ΟΜΟΝΟΙΑ γράφει μεταξύ άλλων : «Φιλοπατρίαν έχομεν οι Έλληνες, αλλά δεν είναι πολλοί οι αγαπώντες την Ελλάδα ως αγαπά αυτήν ο Ματσούκας…». Πάει παντού, Αλεξάνδρεια, Κάιρο, Μανσούρα, στο Ζαγαζίκ συγκεντρώνει περί τα 1400 φράγκα, πηγαίνει στο Πορτ Σάιντ και στο θέατρό του το ‘’Ελδοράδο’’ μαζεύει  άλλα 1600 φράγκα. Τα χρήματα στέλνονται αμέσως στο ταμείο του Εθνικού Στόλου. Ο Υπουργός Ναυτικών της Ελλάδας του στέλνει ευχαριστήρια επιστολή
Η αποχαιρετιστήρια εκδήλωση έγινε στην Αλεξάνδρεια, στις 10 Αυγούστου 1902, στο θέατρο των αδερφών Μομφεράτου, μέσα σε αποθεωτική ατμόσφαιρα.
Επευφημούμενος ο ποιητής επαναλάμβανε :
«Αδελφοί – Αδελφοί, μη λησμονάτε τον Στόλο».
Η περιοδείες του στην Κύπρο
Το οδοιπορικό του συνεχίζεται, αρχές Οκτωβρίου 1904 κατεβαίνει στο νησί της Αφροδίτης την Κύπρο, με τη διαφορά ότι εδώ δεν ήρθε απλώς για εράνους, ήρθε να βάλει το προσάναμμα για τον σπινθήρα της Ένωσης.
Να τι γράφει στον Διευθυντή της Εφημερίδας «Σάλπιγγα» Λεμεσού :
«Για τη Σάλπιγγα της Ελευθερίας πήρα λίγους στίχους με την καρδιά μου σφιχτοδεμένους και ελπίζω και πιστεύω θα ζωντανέψουν  μια μέρα…».
Δυο ολόκληρα χρόνια παρέμενε στη Κύπρο. Αλώνισε πόλεις και 402 χωριά για να τα ξυπνήσει, να τα νανουρίσει με το πατριωτικό άσμα Με τη φωνή την ένθεο. Ας πάρουμε μια γεύση του κατά πως παρουσίαζε η εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ την περιοδεία στην Κύπρο, του Εθναποστόλου Ματσούκα ;
«… Κτυπούσαν τότε οι καμπάνες του χωριού, έβγαιναν οι παπάδες και τα εξαπτέρυγα, ακολουθούσαν οι χωρικοί και οι χωρικές, έτρεχαν τα παιδιά, όλοι διευθύνονταν  εις την Εκκλησία για Δοξολογία. Ο Ματσούκας σε περίοπτη θέση περιτυλιγμένος την σημαίαν και τον σταυρόν εις την δεξιάν. Τα δύο σύμβολά μας. Το επίγειον και το ουράνιον. Μόνος του ψάλλει το ‘’Πολυχρόνιον ποιήσαι’’. Και μετά απ’ αυτό η φωνή του τρανταχτή εκσφενδονιζόταν δονούσα τους τοίχους της εκκλησίας.

Ο καθένας που προσέφερε,φιλούσε τον σταυρόν, την σημαίαν, το Ευαγγέλιον. Και ο Ματσούκας τους διένειμε χώμα ελληνικό. Γην ελευθέραν. Οι λαμβάνοντες έτρεμον εκ συγκινήσεως. Το ελάμβανον  ως φυλαχτόν….».
Ακολούθησε μεγάλη δεξίωση προς τιμήν του στη λέσχη «Ευσέβεια» με προπόσεις και πατριωτικές ομιλίες και το βράδυ δόθηκε «η τόσον αναμενόμενη εσπερίδα του Μ., όπου ο ενθουσιώδης ποιητής ντυμένος με φουστανέλα, απήγγειλε με πατριωτικό παλμό τα ποιήματά του». 
 Ένα άλλο περιστατικό συνέβη στο τελευταίο Κυπριακό χωριό που επισκέφθηκε. Ρώτησε του χωριανούς πως ονομάζεται το χωριό τους.
Αυτοί κουμπωμένοι κοιτάζονταν μεταξύ τους και δεν απαντούσαν  Κι αυτός τους έλυσε τη σιωπή.
Δεν ματακούστηκε αδέρφια μου, να ντρέπονται για το όνομα του τόπου τους !
Τότε ένας ηλικιωμένος Κύπριος παίρνει το λόγο.
Με το συμπάθιο κυρ Σπύρο, το χωριό μας το λένε «Γαϊδουράδες» !
Έχετε δίκαιο να ντρέπεστε να λέτε τέτοιο όνομα. Είναι καιρός να ξαναβαφτίσουμε το χωριό σας ! Από σήμερα, αδέρφια μου, θα το λέμε ΣΠΑΡΤΗ και την ίδια στιγμή συνέταξε αναφορά στην Αγγλική διοίκηση και σε τρείς ημέρες εκδόθηκε διάταγμα με την μετονομασία του χωριού.
Ο απολογισμός από την εκστρατεία στην Κύπρο του «Απόστολου του ΣΤΟΛΟΥ» ήταν 5.000 χρυσές λίρες Αγγλίας, με τις οποίες παραγγέλθηκε το αντιτορπιλικό ΚΕΥΡΑΥΝΟΣ.
Ο ΓΥΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Η επιστροφή του Ματσούκα από την Κύπρο σχολιάστηκε από όλα τα μέσα της εποχής.
Πόσες χιλιάδες μας έφερες από την Κύπρο : τον ερωτούσαν διάφοροι.
-        Μη ρωτάτε για χιλιάδες – αλλά για πατριώτες – γιατί πατριώτες έφτιαχνα εκεί κάτω, απαντούσε αυτός.
Ο ίδιος αναφέρει ένα άλλο στιγμιότυπο από την επιστροφή του.
-        «Κάποιος Υπουργός ξαπλωμένος στην πολυθρόνα του και καπνίζοντας το πούρο του τον ρώτησε.
-        Έλα πες μας Ματσούκα, γρήγορα- γρήγορα τι έφτιαξες, τι έδωσες…
-        Δεν χάλασα δεν επήρα ! του αποκρίθηκε. Γιατί, ξέρεις, σ’ αυτόν τον τόπο, όλοι κοιτάζουνε να χαλάσουν κι όλοι κοιτάζουν ν’ αρπάξουν τίποτε. Και σαν βρεθεί άνθρωπος που ούτε χάλασε, ούτε πήρε τίποτις, θαρρώ πως ο άνθρωπος αυτός έφτιαξε κάτι μεγάλο κι έδωσε κάτι ακριβό στην Πατρίδα του.
-        Απολογιστικά, από τις περιοδείες έφερε 200.000 φράγκα και 5.000 χιλιάδες λίρες Αγγλίας



ΤΑ ΣΑΛΠΙΣΜΑΤΑ
Η σειρά των πατριωτικών του ποιημάτων με τον τίτλο «Σαλπίσματα», τυπώθηκαν τιμής ένεκεν στο Υπουργείο Στρατιωτικών και μοιράζονταν δωρεάν στους στρατώνες και τα Σχολεία.

Σχολιάζει ο Δ. Ταγκόπουλος «αυτή την πολυστέναχτη και πολύ μεγάλη πατρίδα, έδειξε με τα λόγια του και με τον ενθουσιασμό του στους Έλληνες αργότερα της Αμερικής και τους έκαμε να συντρέξουν στο σάλπισμα για την μεγάλη πατρίδα στην εξόρμηση του 1912.
Ας δούμε τους πρώτους στίχους από τα σαλπίσματα που κοσμούσαν το εξώφυλλο της έκδοσης :

«Χρόνια και χρόνια ένα σκοπό γυρεύει τ’ όνειρό μου
Και τίποτε δε με δειλιά στο μάκρεμα του δρόμου,
Σε κάθε Ελληνική καρδιά να φέρω την ελπίδα
          Για την γλυκιά πατρίδα,
Όχι για τούτη τη μικρή, αλλά για κάποια άλλη
Πατρίδα πολυσύχναστη μα και πολύ μεγάλη,
Οι στίχοι μου δεν γράφονται παρά για Κείνη μόνη.
Οι χρόνοι φεύγουν και περνούν μα δεν περνάνε οι πόνοι.».

1909 H ΠΡΩΤΗ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ
Η φήμη του είχε φτάσει κι εδώ στην Πάτρα, αλλά δεν την είχε επισκεφθεί ακόμη. Εδώ όμως ήταν και η πύλη προς τη Δύση και το νέο κόσμο της Αμερικής, όπου κατά χιλιάδες τα ελληνόπουλα αναζήτησαν την τύχη τους.
Η προετοιμασία του Ματσούκα για την Αμερική τον έφερε στην παλιά Πάτρα, μια και αυτός ήταν από την νέα Πάτρα, την Υπάτη. Η Φήμη του όχι μόνο είχε φτάσει στην Αμερική, αλλά στην κυριολεξία τον περίμεναν εκεί ως Μεσσία του Ελληνισμού. Σχετική ήταν η Πρόσκληση της «Πανελλήνιας Ένωσης».
Να πως κατέγραψε την άφιξή του ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ της   3 Ιανουαρίου 1909 :

Αφού προετοίμασε το ταξίδι του με κάθε λεπτομέρεια, στις 4 Μαΐου 1909  εξόρμησε για το νέο κόσμο της Αμερικής. Αρχικά ήταν να ταξιδέψει κατ’ ευθείαν για Νέα Υόρκη με το μεγάλο Υπερωκεάνιο «ΑΘΗΝΑΙ». Άλλαξε όμως γνώμη και προτίμησε να ταξιδέψει μέσω Ευρώπης, ώστε στη διαδρομή να ξεσηκώνει τους Έλληνες. Έτσι μέσω Τεργέστης, έφθασε στο Λίβερπουλ και απ’ εκεί με το «Λουζιτανίας» στη Νέα Υόρκη.
Πριν να αναχωρήσει έκρινε καλό ότι έπρεπε να μετάσχει της εκδρομής στην Ολυμπία που διοργάνωσε ο Παναχαϊκός Γυμναστικός Σύλλογος. Ήθελε να αποχαιρετήσει την αρχαία Ελλάδα, την τρισένδοξον Άλτιν και να πάρει μαζί του την δάφνην που εστόλιζε τους μεγάλους και ημίθεους νικητές της αρχαιότητας (ΝΕΟΛΟΓΟΣ 4.5.1909).
Συναγερμός στην ομογένεια της Αμερικής, προσκλήσεις από παντού, χιλιάδες οι επιστολές και τα μηνύματα. . Αυτός αποφάσισε να απαντήσει σε όλους με επιστολή του στην Εφημερίδα «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ». Ιδού ένα απόσπασμα της επιστολής του :
Η υποδοχή του από τους ομογενείς ήταν συγκινητική και ξεπέρασε κάθε προσδοκία, Στην πρώτη εκδήλωση, στην πελώρια αίθουσα του Grand Central Palace, υπό τους ήχους του  Εθνικού Ύμνου, εμφανίστηκε ο Ματσούκας τυλιγμένος με την μεταξωτή κυανόλευκο σημαία και με τον βαρύ ασημένιο σταυρό στα χέρια του. Ήταν μια βραδιά θριάμβου- αποθέωσης.
Η εφημερίδα ΑΘΗΝΑ γράφει σε σχόλιό της. «Ας είναι ευλογημένη η έμπνευση της προσκλήσεως. Ας είναι ευλογημένη του πόντου η αύρα που μας τον φέρνει…».
Ο Ματσούκας εκπέμπει τα σαλπίσματα του :
«Σαλπίζω στους Έλληνες το γλυκοχάραμα της ‘’Νέας Γενεάς’’, για να μάθουν και να μελετήσουν βαθειά το ξύπνημα το μεγάλο της φυλής μας…». Απευθυνόμενος στους Ομογενείς διακηρύσσει Δεν ήρθα να ζητιανέψω… Ήρθα να σας χαιρετήσω αδερφικά και να σας συμβουλέψω πατρικά για την Πατρίδα…».       
Με την άφιξή του στην Νέα Υόρκη οι εκδιδόμενες εκεί ελληνικές εφημερίδες, άρχισαν να δημοσιεύον παλιά και νέα ποιήματά του. Συγχρόνως άρχισαν αν δημοσιεύονται στίχοι και ποιήματα που συνέθεσαν ομογενείς προς τιμή του. Μεταξύ αυτών και το κατωτέρω ποίημα, ενός πατρινού μετανάστη, του Πέτρου Πετρόπουλου :

Καλώς το Ελληνόπουλο που φθάνει με τραγούδια
Και φέρνει χώμα Ελληνικό, κι ελληνικά λουλούδια
Καλώς τον τόν τραγουδιστή που φερν’ από την Πατρίδα
Στα πονεμένα αδέλφια παρηγοριά κι ελπίδα

Το 1910, ενώ ο Σ. Μ. βρισκόταν ακόμα στην Αμερική, προτάθηκε ως υποψήφιος βουλευτής Φθιωτιδοφωκίδας. Παρότι αυτός αρνήθηκε την υποψηφιότητά του, οι συμπατριώτες του τον εξέλεξαν πανηγυρικά.
Στον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο έγραψε από την Αμερική :
 « Δεν έρχομαι αλλά και δεν παραιτούμαι. Τάξτε με παρόντα νοερώς παρά το πλευρό σας… Αφήστε τη θέση κενή και γράψτε τη λέξη Ματσούκας… Θα είμαι παρών. Θα είμαι τραγουδιστής και πρωτοψάλτης των μεγάλων σας σκέψεων και των δυνατών αποφάσεων και της θερμοτάτης αφοσιώσεως προς την ανόρθωση της πατρίδος μας…».
Πράγματι η θέση του κρατήθηκε κενή κι όταν επέστρεψε από την Αμερική ορκίστηκε μεγαλοπρεπώς στη Βουλή, φορώντας φουστανέλλα, σε μια συμβολική κίνηση, αν και ήταν η εποχή του παντελονιού και επικρίθηκε από τους φίλους του για τη φορεσιά της φουστανέλλας.
Ένα ακόμη δείγμα της μετριοφροσύνης του φανερώνεται από το περιστατικό που όταν ο Διευθυντής των Ναυπηγείων που ναυπηγείτο το ΝΕΑ ΓΕΝΕΑ,  Γιούστους Φλώρ του ζήτησε τη φωτογραφία του να την βάλει στο πλοίο, του απάντησε :
«Εμείς οι Έλληνες όταν κάνουμε τίποτε για την Πατρίδα το λησμονούμε αμέσως». Πράγμα που σήμαινε την άρνησή του.
Μετά το αντιτορπιλικό άρχισε τον έρανο για τ’ αεροπλάνα. Όπλο όπως πάντα του τα τετράστιχά του προσαρμοσμένα για την περίσταση :

Όσα τ’ αστέρια του ουρανού, τόσα κι αεροπλάνα !
Τόσα και θέλουν και μπορούν τ’ άξια παιδιά σου Μάννα
Τώπες, κι απόψε θα γενεί κι αύριον το βράδυ,
Ο Ήλιος της λευτεριάς θα διώξει το σκοτάδι….

Πρωθυπουργός, Υπουργοί, Αξιωματούχοι στέλνουν ευχαριστήρια τηλεγραφήματα. Ο Αθηναϊκός τύπος καλύπτει διθυραμβικά το έργο του. Χαρακτηριστική είναι μια επιστολή του Υπουργού Εθνικής Αμύνης τον Οκτώβριο του 1909. Λ. Λαπαθιώτη. Γράφει μεταξύ άλλων :
«… Και συ Εθνικέ Ποιητά, δια της πρακτικής σου δυνάμεως και του μεγάλου πατριωτισμού εξάπτεις το αίσθημα του εθνισμού εις ευγενείς  ψυχάς των ομογενών και με τας αδελφωμένας ιδέας της Πατρίδος και της Θρησκείας παρέχεις την ελπίδα αισιωτέρου μέλλοντος και μιας Πατρίδος υπερόχου και ακαταβλήτου. Ούτω δε υπό τον ισχυράν επίδρασιν των στίχων και του πατριωτικού σου αισθήματος, ένθεοι ζήλου αγαστού, παρέχουσι πάντες τον οβολόν αυτών υπέρ της δεινοπαθούσης Πατρίδος.
Δια την μεγάλην ταύτην υπηρεσίαν, ήν παρέχεις τη Πατρίδι παρασκευάζων όπλα και χαλκεύων πολίτας αληθείς, εκφράζομεν υμίν ενθέρμους ευχαριστίας».
Ενώ βρισκόταν ακόμη στην Αμερική τον συγκίνησε αφάνταστα το μήνυμα που του έστειλε ο Αρχηγός του κινήματος του 1909, με την ιδιότητα του Υπουργού Στρατιωτικών, Νικόλαος Ζορμπάς με το οποίο τον ενημέρωνε ότι η Κυβέρνηση παρήγγειλε το πλοίο ΝΕΑ ΓΕΝΕΑ και μια πλήρη Πυροβολαρχία, η τιμή της οποίας ανέρχεται σε 224 χιλ. φράγκα, και προσέθετε.
Επί των πυροβόλων της Πυροβολαρχίας ταύτης των παλμών σου και μετά του ιδρώτος του υψηλόφρονος Λαού αναμεμιγμένων μόχθων σου, θα χαραχθεί η φράση ΝΕΑ ΓΕΝΕΑ, προς ήν μετ’ ελπίδων θα ατενίζει το εξεγειρόμενον Έθνους μας».
Ο Ματσούκας επέστρεψε θριαμβευτικά από την Αμερική αρχές Οκτωβρίου 1911 και έγινε αντικείμενο λατρείας για την πρωτοφανή πρόσφορά του. Ο απολογισμός της δίχρονης εκστρατείας του σε αριθμούς έχει ως εξής :
Δεν είναι αφύσικο κάποιοι να αναρωτηθούν. Μήπως όλα αυτά έχουν το στοιχείο της υπερβολής, όπως τακτικά συμβαίνει σε αναφορές που άπτονται βιογραφικών δεδομένων ;
Η πειστικότερη απάντηση στον πειρασμό αυτό δίνεται από το πιο έγκυρο όργανο της Πολιτείας, από τη Βουλή.
Ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ της 31ης Οκτωβρίου 1911,παραθέτει αυτούσια την αναφορά των Βουλευτών για την χορήγηση ισόβιας σύνταξης στο Σπύρο Ματσούκα, η οποία έχει ως εξής :
Κύριε Πρόεδρε,
Συμπληρώνονται δεκατέσσερα έτη, αφ’ ής ο Σ.Ματσούκας αφιέρωσε την ζωήν αυτού εις την μεγάλην Πατρίδα. Τι επετ΄τλσε κατά το χρονικόν τούτο διάστημα, γνωρίζεται καλώς. Καθ’ όν χρόνον βαθεία απαγοήτευσις μετά ατυχή πόλεμον εβάρυνε τα στήθη παντός Ελληνικού, άγνωστος νεανίας φέρων.



ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ
Η εκστρατεία του Ματσούκα στην Αμερική ολοκλήρωσε την προσπάθεια και χάρισε στην Ελλάδα το Αντιτορπιλικό «ΝΕΑ ΓΕΝΝΕΑ» και τρία αεροπλάνα, δεδομένου από το 1912 μπήκε και η Ελλάδα στην εποχή του αεροπλάνου. Ο ίδιος όταν παραγγέλθηκε το πλοίο, γράφει προς του Έλληνες της Αμερικής, μεταξύ άλλων : «…Το πλοίο παρηγγέλθη… Το πλοίο πρέπει να πληρωθεί με δικά μας χρήματα, που σημαίνει ότι η Ελλάδα μας προετοιμάζεται. Αυτό σημαίνει και το ελπιδοφόρο όνομα «ΝΕΑ ΓΕΝΕΑ».
Όταν τον επαινούσαν για το πλοίο, απαντούσε, ότι το πλοίο αυτό δεν το έφτιαξε ο ίδιος, αλλά είναι των ξενιτεμένων ελλήνων της Αμερικής :  «Είπα εκεί πέρα ότι το βαπόρι αυτό δεν είναι εκατό ή χιλίων ανθρώπων, είναι το βαπόρι του Ελληνισμού και πρέπει να το κάμουν οι Έλληνες της Αμερικής». Για τις υπηρεσίες αυτές η Κυβέρνηση του απένειμε το Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Ο απόδημος Ελληνισμός της Αμερικής τον φόρτωσε τιμές και δολάρια. Αυτός χάρισε τις τιμές στην πατρίδα και τα δολάρια στον Στόλο.
Μια από τις πρώτες ενέργειές του, μόλις επέστρεψε από την Αμερική ήταν να πεταχτεί απ’ εδώ την Πάτρα στο Μεσολόγγι. Εκεί έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής. Τον φιλοξένησε ο Νομάρχης Δασιός  ο οποίος και τον συνόδευσε στον Κήπο των Ηρώων. Επισκέφθηκε και την οικογένεια του φίλου του ποιητή Μιλτιάδη Μαλακάση ο οποίος τώρα διέμενε στο Παρίσι. Μάλιστα βάπτισε και το παιδί της αδερφής του Μαλακάση, Αικατερίνης Κ. Παΐτζη και του έδωσε τ’ όνομα Χαράλαμπος.
στρατοπέδου. Η παρουσία του Ματσούκα στην τελετή προσέδωσε μεγάλο ενθουσιασμό και ξεχωριστή λαμπρότητα. Οι Αξιωματικοί με στολή ανέμεναν στην πύλη. Οι λόχοι των στρατιωτών από τους στρατώνες της Άνω πόλης προσέρχονταν με τάξη παρελάσεως. Ο Ματσούκας εμφανίστηκε επιβαίνων σε αυτοκίνητο, έφερε τη στολή του εθελοντή, περιτυλιγμένος με τη σημαία, κρατώντας το σταυρό και φυσικά το περίφημο ταγάρι, με το οποίο τόσα χρήματα συγκέντρωσε για το στόλο. Οδηγήθηκε εντός των γραφείων του Συντάγματος κι ανέμενε. Οι λόχοι παρατάχθηκαν στην παρακείμενη πλατεία, όπου τερματιζόταν η γραμμή του τραμ. Αξίζει να κάνουμε μια παρένθεση και ν’ αναφέρουμε μερικά  στοιχεία γύρω από την τελετή της ορκωμοσίας, που αποτελούν και προσκόμιση στην ιστορία της Πάτρας. Διοικητής του Συντάγματος ήταν ο Συνταγματάρχης Αναγνωστόπουλος και παρόντες ο Δήμαρχος Δημήτριος Βότσης, οι Βουλευτές Λουκάς Ρούφος, Παναγής Βουρλούμης και Χρήστος Κορύλλος της Αχαϊοήλιδος και Παντελής Καρασεβδάς Αιτ/νίας. Ο ιερέας Νικολετόπουλος επελήφθη του όρκου.
Στρατιώτες και το πλήθος όμως αδημονούσαν, που είναι ο Ματσούκας ;
Ας δούμε την συνέχεια όπως την δημοσίευσε ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ.

Ο Ματσούκας ομιλεί, συμβουλεύει και απαγγέλλει στίχους περιφερόμενος από άκρη σε άκρη την παράταξη. Οι στρατιώτες, οι Αξιωματικοί και το πλήθος χειροκροτούν, επευφημούν τον εθνικό ποιητή, ο οποίος περιφερόμενος απαγγέλλει :

ΣΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ

Με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων, ο Ματσούκας δεν θα μπορούσε να μην είναι ‘’παρών. Ζητάει και γίνεται εθελοντής σαλπιγκτής και τρέχει στις πρώτες γραμμές των μαχών.  Σαλπίζοντας, εμψυχώνοντας κι ενθουσιάζοντας το στρατό μας, μπαίνει συχνά πρώτος στα χωριά και στις πόλεις της Μακεδονίας που απελευθερώνονται, για να αναγγείλει προφορικά ως «Άγγελος της Ελευθερίας» στους Έλληνες το χαρμόσυνο μήνυμα ή για να κατευθυνθεί στο καμπαναριό του χωριού, για «να σημάνει τη Λευτεριά»!
Και η αποθέωση. Μετά το Σαραντάπορο στη θέση ‘’Γλύκοβο’’ συναντάει την Πυροβολαρχία του, τη «Νέα Γενεά», υπό τον Λοχαγόν Κουγιτέα.
Λοχαγέ μου, φώναξε κάποιος Λοχίας να ρίξουμε τιμητικά για τον Ματσούκα, εννοώντας την πυροβολαρχία που στοίχισε 350 χιλ. φράγκα.
Ήρθε η ευλογημένη ώρα να ακουστεί το πολεμικό τραγούδι του Ματσούκα. Από 3 χιλ. μέτρα ‘’ΠΥΡ’’.
Μια άλλη φορά κοντά στα Σέρβια, έφτασε πρώτος σ’ ένα χωριουδάκι, κτύπησε, την πόρτα ενός σπιτιού, που ήταν του παπά, με τον υποκόπανο. Ποιος είναι ; ερώτησε μια φωνή
-                 Η Λευτεριά φώναξε ο Ματσούκας και άρχισε να μοιράζει τάλιρα ελληνικά στους κατοίκους λέγοντας :
-         - Να ο Βασιλιάς που θα σας διοικήσει, ο αληθινός Βασιλιάς.
 Η νικηφόρος πορεία του στρατού καταλήγει στη Θεσσαλονίκη, όπου ο Σ. Μ. φτάνει εκ των πρώτων, συγκινημένος και με το όπλο του δαφνοστολισμένο !
Ακολουθούμενος από ντόπιους θαυμαστές του που τον αναγνώρισαν και τον ζητωκραύγαζαν, κατευθύνεται μαζί με τα έξαλλα πλήθη στον Άγιο Μηνά. Εκεί αποθέτει για λίγο το όπλο του στην Αγία Τράπεζα,
-        Νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα αναφώνησε.
Δέχεται την ευλογία του Επισκόπου, ψάλλει το «Χριστός Ανέστη». Ύστερα ανεβαίνει στον εξώστη του Ξενοδοχείου «Όλυμπος Παλλάς» και μίλησε προς τους Ισραηλίτες της Θεσσαλονίκης, στους οποίους ανέπτυξε τα αγαθά της Ελληνικής Διοίκησης, υπό την οποία θα βρουν την αληθινή ισότητα και την αληθινή αδελφοσύνη.
Ως Άγγελος της Ελευθερίας συνέχισε την πορεία προς την Ήπειρο σαλπίζοντας :  «Επέσανε τα Γιάννενα, επέσανε τα Κάστρα. Τα πήραν τα ευζωνάκια μας με τα σπαθιά στα χέρια».
Πανταχού παρών στο Μέτωπο της Ηπείρου, πληθώρα τα γράμματα , ο θαυμασμός και οι ευχαριστίες από τους Στρατηγούς, Μεράρχους, Διοικητές μονάδων.
Ο Υποστράτηγος Κάλαρης, Διοικητής 2ας Μεραρχίας, γράφει στην επιστολή του με ημερομηνία 13 Ιαν. 1913.
Φίλτατε κ. Ματσούκα,
«πλην των υπερτριακοσίων σάκκωνν σταφίδος, των υπερεκατόν κιβωτίων κονιάκ και των μαλλίνων ειδών, όσα πρότερον είχες προσφέρει εις την Μεραρχίαν μου, ελήφθησαν εσχάτως και τα κιβώτια κονιάκ και τα σιγαρέττα και καπνά, όσα έστειλες εκ νέου…
… Δέξου εν τούτοις τον θαυμασμόν μας και την αγάπη μας δια τας πολυτίμους σου υπηρεσίας, συ ο οποίος εθέρμανε το σώμα, αλλά προπαντός εθέρμανες την ψυχήν του στρατιώτου με το τραγούδι σου και την καρδίαν σου με το τουφέκι σου».
Τον Μάιο του 1914 τον βρίσκουμε να περιοδεύει στους Παξούς. Παντού συγκινεί και εμπνέει τον ενθουσιασμό, Στον αποχαιρετιστήριο ασπασμό ο Δήμαρχος του νησιού, Ιατρός Μιτσιάλης, εκθειάζει τον ίδιο και το έργο του.
Εθνικός Διχασμός του 1915 – 1916, πλήγωσε κι αυτόν τον Εθναπόστολο. Συνελήφθη τον Δεκέμβριο του 1916, με την κατηγορία ότι εξύβρισε τον Βασιλιά Κωνσταντίνο. Ήταν η εποχή της δράσης των παρακρατικών, των λεγόμενων  Επιστράτων. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για πόσο καιρό έμεινε υπό κράτηση. Την πληροφορία δημοσίευσε ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ της 20ης Δεκ. 1916.

Ο ΛΕΥΚΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
Κλείνοντας το 1913, με την ευφορία των δύο νικηφόρων πολέμων, Το ανήσυχο πνεύμα του Ματσούκα δεν ησυχάζει. Θρίαμβοι – θρίαμβοι στο πολεμικό πεδίο, αλλά και πολλές χήρες κι ορφανά παλεύουν να επιβιώσουν. Συνέλαβε την ιδέα να ιδρύσει ένα νέο ανθρωπιστικό οργανισμό για την περίθαλψή τους. Δεν άργησε να βρει και τον τίτλο. Γνωστός ο ΕΡΥΘΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ. Ε ! εγώ θα ιδρύσω τον ΛΕΥΚΟ ΣΤΑΥΡΟ, σκέφθηκε. Ίσως την ονομασία να την άντλησε από το γεγονός  ότι Λευκός Σταυρός είναι  αυτός της ελληνικής σημαίας, που περικλείεται από μπλε φόντο. Οι εννέα παράλληλες οριζόντιες λωρίδες της (μπλε – Λευκές)
αντιστοιχούν στις συλλαβές της ιστορικής φράσης «Ελευθερία ή Θάνατος».
Έτσι εμπνεόμενος από το παράδειγμα τού Ερρίκου Ντινάν, ιδρύει τον «Λευκό Σταυρό», τον οποίο οραματίζεται ως συνεχιστή του έργου του «Ερυθρού Σταυρού». Όπως σχολίασε κάποιος δημοσιογράφος. Ο Ερυθρός Σταυρός για τον πόλεμο και ο Λευκός του Ματσούκα για την ειρήνη, γιατί έρχεται να συμπληρώσει «τα κενά που αφήνει  ο πόλεμος», με το να προστατεύει και να παντρεύει τα ορφανά του πολέμου, δημιουργεί νέες ζωές». Δεκαέξι χιλιάδες ορφανά κορίτσια προικοδότησε κι αποκατέστησε ο «Λευκός Σταυρός» του Σπύρου. Ματσούκα
Κατάφερε να προσεγγίσει την Βασιλομήτορα Όλγα και να την πείσει να θέσει υπό την προστασία της τους εράνους και μάλιστα  να οργανώνεται μεγάλη γιορτή, κάθε χρόνο, στις 5 Μαρτίου, ημερομηνία της δολοφονίας του Βασιλιά Γεωργίου Α΄. Κατά την τελετή θα τελείται Μνημόσυνο, στη Μητρόπολη Αθηνών για την ψυχή του Βασιλιά, υπέρ των πεσόντων και στη συνέχεια με κλήρωση θα προσφέρονται  σε  25 θυγατέρες πεσόντων ή αδερφές τους από 2000 χιλ. δρχ. για την αποκατάστασή τους. Για τις ορφανές κόρες ο Λευκός Σταυρός θα μεριμνήσει για την προίκα τους. Γι’ αυτή τη συνεργασία με την Βασιλομήτορα της αφιέρωσε ανάλογο ποίημα.
Ήδη όπως γράφει ο ΝΟΕΛΟΓΟΣ της 3ης Δεκεμβρίου 1913, ο Ματσούκας που βρισκόταν στην Πάτρα, έτοιμος για αναχώρηση προς την Ήπειρο, διέθετε 480 χιλ. για τον Λευκό Σταυρό.
Η ποιήτρια Ζαναντρίς αναφέρει : «Αξίζει να σημειωθεί πως δεν έκανε κανένα γάμο έτσι τυχαία και βιαστικά μόνο για να πλευρίσει την ορφανή στον ίσκιο ενός ανδρός. Εξακρίβωνε πρώτα το ποιόν του γαμπρού και τότε προχωρούσε…».
Υπέρ πάντων τώρα ο Λευκός σταυρός. Στις 17 Μαρτίου βρίσκεται πάλι στην Πάτρα. Την προηγουμένη επισκέφθηκε το Αρσάκειο. Ανεξάντλητος  πάντα από ενθουσιασμό και ενεργητικότητα, αισιόδοξος για τα πράγματα της Πατρίδας, συγκλόνισε με το λόγο του τις ψυχές των νεαρών μαθητριών. Έβαλε και το τραγούδι του γυρισμού με το οποίο πλημμύρισαν τα δάκρυα σε όλους τους παρευρισκόμενους. Επανέλαβε ότι  50 κόρες και αδελφές πεσόντων θα παντρευτούν με προίκα του Λευκού Σταυρού. Επίσης ο Λευκός Σταυρός θα μεριμνήσει και για μετάλλια που θα φέρουν οι μητέρες των πεσόντων στον πόλεμο. Με την ευκαιρία δεν παρέλειψε να χαιρετήσει τους αναχωρούντες για την Αμερική, αυτούς που ήλθαν να πολεμήσουν για την Ελλάδα και επέστρεφαν.
Το καλοκαίρι του 1915 τον βρίσκουμε πάλι στην Πάτρα, συγκεκριμένα  ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ στις 18ης  Ιουλίου, δημοσιεύει ότι  ο Ματσούκας :
 «όστις ενστερνισθείς την ιδέα του Λευκού Σταυρού, περιτρέχει την Ελλάδα απ’ άκρου εις άκρου για να συλλέξει εράνους προς τον ιερόν όντως και φιλάνθρωπον αυτόν τον σκοπόν…».
Πριν καταφθάσει στην Πάτρα πήγε για προσκύνημα στο Μέγα Σπήλαιο, όπου τέλεσε μνημόσυνο και συγκέντρωσε με έρανο μεταξύ των μοναχών και των επισκεπτών 2000 χιλ. δρχ., μάλιστα το Ηγουμενοσυμβούλιο γράφτηκε στον Λευκό σταυρό με συνδρομή 1000 δρχ. Στο ίδιο δημοσίευμα αναφέρεται ότι μέχρι τότε έχουν προικισθεί 100 ορφανά κορίτσια.
Ακαταπόνητος, ως νέος Κοσμάς ο Αιτωλός, περνάει στη Ζάκυνθο, Συγκεντρώνονται όλοι, άρχοντες και λαός, και συστήνεται 20μελής επιτροπή για με επικεφαλής τον Φίλιππο Κάρτερ για τη διεξαγωγή εράνων σ’ όλο το νησί για τον Λευκό σταυρό. Στις 25 Ιουλίου είναι πάλι στην Πάτρα, σε σχετική συνέντευξη και στο ερώτημα ποιος είναι ο επόμενος σταθμός του απαντάει :

Λίγο σιβυλλική η απάντηση. Λέγοντας του Παναγιώτου, προφανώς εννοεί τον Κοσμά τον Αιτωλό και τις προφητείες του.
Για την έμπνευση της ίδρυσης και της προσφοράς του Λευκού Σταυρού, γράφουν διθυράμβους, οι λόγιοι της εποχής, όπως οι Παλαμάς, Προβελέγγιος, Ταγκόπουλος, Νιρβάνας, Ζανατρίς και πολλοί άλλοι.
Πολλές και συγκινητικές είναι οι επιστολές προς τον Ματσούκα από τους δημάρχους και λοιπούς παράγοντες της Ανατολικής Μακεδονίας, που υπέφεραν από τις βουλγαρικές θηριωδίες, για την τόση βοήθειά τους από τον Λευκό Σταυρό.
Αρκεί και μόνο να αναφερθεί ένα γεγονός ενδεικτικό της προσφοράς :
Στις 11 Νοεμβρίου 1919, τελέστηκε στη Θεσσαλονίκη επιμνημόσυνη δέηση υπέρ των πεσόντων Γάλλων στον μόλις λήξαντα Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο στρατηγός Νεϋράλ ντε Μπουργκόν προσέφερε στην πόλη της Θεσσαλονίκης δύο Αυστριακά πυροβόλα, λάφυρα του πολέμου.
Στο τέλος της τελετής ο στρατηγός δέχθηκε τον Σπύρο Ματσούκα, ο οποίος του προσέφερε ένα κλαδί δάφνης, με πενήντα φύλλα και είπε στον στρατηγό. :
« Ο Λευκός σταυρός, στρατηγέ μου, προσφέρει σε πενήντα ορφανά κοριτσάκια της Γαλλίας, των οποίων οι πατέρες και οι αδελφοί έπεσαν ενδόξως στο Μακεδονικό Μέτωπο, από ένα φύλλο Ελληνικής δάφνης και από χιλίας δρχ. ως ελάχιστο δείγμα της Ελληνικής Ευγνωμοσύνης». Για οικονομία χρόνου, δεν θα επεκταθώ στα συγκινητικά γράμματα των μικρών κοριτσιών της Γαλλίας και την απήχηση που είχε η ενέργεια αυτή.
Μέχρι και η Γαλλική Ακαδημία με επιστολή  της, με ημερομηνία 2 Δεκ. 1919 και υπογραφή του Φρειδερίκου Μασσόν, εκφράζει με τα πιο ενθουσιώδη λόγια τον θαυμασμό και τις ευχαριστίες προς τον ποιητή και τον Λευκό Σταυρό». Ανάλογη ήταν η επιστολή για την αντίστοιχη τελετή για τους πεσόντες Άγγλους, με ημερομηνία 21 Ιουλίου 1920, με υπογραφή από τον Δ. Λόϋδ Τζώρτζ.
Η περαιτέρω ανάπτυξη του Λευκού σταυρού, γίνεται πλέον ο μέγιστος στόχος του. Στις 12 Αυγούστου 1919, βρίσκεται στο Διακοφτό,
ανηφορίζοντας για τα Καλάβρυτα.  Κατά την παραμονή του στο σταθμό του Διακοφτού έστειλε στις εφημερίδες της Πάτρας, το πάντα ωραίο γραπτό μήνυμά του :
« Έπειτα από τους αγώνες μου τους Εθνικούς, μεταβαίνω πάλιν εις τα Ιεροσόλυμα του Εθνισμού μας, τα Καλάβρυτα και την Λαύρα την Αγία να κοινωνήσω των Αχράντων Μυστηρίων και να λάβω ζωήν για τον Λευκόν Σταυρόν των ορφανών του πολέμου.
Χαίρετε χρηστοί Έλληνες των Πατρών.»

ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
Δεν μπορούσε να λείψει και να μην κλάψει για την τραγωδία της Μικράς Ασίας, για το ολοκαύτωμα της Σμύρνης. Τρέχει παντού περά-δώθε, θρηνεί, προσπαθεί να παρηγορήσει και απαγγέλει τους πυρωμένους στίχους του για να συγκρατήσει, όσο μπορούσε, τον κυνηγημένο Στρατό μας.
          ΝΑ Ο ΔΡΟΜΟΣ
Ένας δρόμος σε προσμένει
Λεβεντιά καμαρωτή
Που περνούν οι δοξασμένοι
Που τραβούν οι δυνατοί

Αν θελήσεις, μη δειλιάσεις
Προδομένη Λεβεντιά,
Να το πάρεις, για να φτάσεις
Στην παλιά σου αρχοντιά

Στης ντροπής το δρόμο μένεις…
Δες της Σμύρνης το σεισμό,
Μιας ζωής ξερριζωμένης
Από τον Ελληνισμό…

Η Πατρίδα απ’ θέλει
Καπετάνιοι, Στρατιώτες,
Ευζωνάκια και Φαντάροι
Να φανείται πατριώτες…

Μέσα σ’ αυτή την κοσμοχαλασιά και στο δράμα του Ελληνισμού, τον Ματσούκα τον συναντάμε πάλι στην Πάτρα το Σεπτέμβριο του 1922 και συγκεκριμένα στις 24 του μήνα να οργανώνει στην Παντάνασσα μνημόσυνο για τους σφαγιασθέντες έλληνες στη Μικρά Ασία, προσπαθώντας να σκορπίσει βάλσαμο παρηγοριάς στους ξεριζωμένους πρόσφυγες. Στη συνέχεια τον Οκτώβριο
μεταβαίνει στο Αγρίνιο, Αιτωλικό κι άλλα χωριά της Αιτωλοακαρνανίας για να παρηγορήσει το λαό και να φροντίσει για τους πρόσφυγες.
Για τελευταία αφορά επισκέφθηκε την Πάτρα στις 17 Απριλίου του 1924. Κατευθυνόταν στο Μεσολόγγι προσκεκλημένος του Υπουργείου Στρατιωτικών για τις γιορτές των 100 χρόνων από το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα.
Και εκεί είχε μεριμνήσει και πάλιν για την έκπληξή του ή και τις εκπλήξεις του, όπως τόσο γλαφυρά αποτυπώθηκαν στο ΝΕΟΛΟΓΟ της 17Ης Απριλίου 1924 :
«Αφίκετο χθες την εσπέραν εις την πόλιν μας ο εθνικός ποιητής κ. Σπύρος Ματσούκας. Ο Νέος τούτος Τυρταίος θα μεταβεί στο Μεσολόγγι, ίνα παραστεί στας εορτάς του Βύρωνος προσκληθείς υπό του Υπουργού Στρατιωτικών εις ένεδειξιν τιμής δια τας πολυτίμους προς την Πατρίδα Υπηρεσίας του…».
Ο Ματσούκας, με ειδικούς εράνους, σχεδίαζε να προβεί στην ανέγερση δέκα κατοικιών, σε διάφορα μέρη, στις οποίες να εντοιχιστούν πλάκες από Πεντελικό μάρμαρο, με την επιγραφή « εις δόξαν του Βύρωνος». Ακόμη σκόπευε να προικίσει 10 ορφανά από το  Μεσολόγγι και τα γύρω χωριά και μάλιστα με προίκα μεγαλύτερη από την συνήθη χορηγουμένη. Μάλιστα τα δέκα αυτά ορφανά θα παίρνουν τ’ όνομα του μεγάλου Φιλέλληνα  «Βύρων».
Τελευταία, λοιπόν,  επίσκεψή του στην Πάτρα, γιατί τέσσερα χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 28 Νοεμβρίου του 1928, είχαμε το Κύκνειο Άσμα του Εθνεγέρτη ποιητή.
Η καρδιά της μεγαλοσύνης δεν άντεξε. Πληγώθηκε τόσο βαριά από την τραγωδία της Μικρασιατικής καταστροφής, έχυνε τα δάκρυά του κρυφά, ράγισαν την καρδιά του, που σιγά- σιγά όλο και χτυπούσε αδύναμα.
Έτσι βρέθηκε καθηλωμένος και παραπονεμένος σ’ ένα κρεβάτι του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ. Φίλοι και θαυμαστές του πολιορκούν το θάλαμο να του συμπαρασταθούν, μέχρι κι αυτός ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τον επισκέφθηκε.
Τον Οκτώβριο 1928 ο Ματσούκας λαβωμένος διαμένει στο Ξενοδοχείο «ΑΚΤΑΙΟΝ» στο  Νέο Φάληρο.
Μια θαυμάσια μέρα του Νοέμβρη που ήταν πραγματικά ξελογιάστρα, ο Σαλπιγκτής ποιητής αποφάσισε να επισκεφθεί στην Κηφισιά τον ποιητή Δροσίνη. Στην επιστροφή γύρω στις 11 το βράδυ, άφησε την τελευταία του πνοή κατά την διαδρομή μέσα σ’ ένα αμαξάκι. Έτσι έσβησε αυτή η λαμπάδα, η φλόγα του Έθνους.
Τον έκλαψε όλος ο ελληνισμός, για μέρες οι εφημερίδες αφιέρωναν άρθρα για τον μεγάλο Έλληνα.
Ο Νιρβάνας τον έκλαψε με τους στίχους του Παράσχου :

Τραγουδιστή κοιμήσου
Είχε καιρό να κοιμηθεί
Η άγρυπνος ψυχή σου…

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου τέλειωνε ένα άρθρο του ως εξής :
«Από της στιγμής που η μεγάλη του καρδιά εσταμάτησε, καταργείται εις την Ελλάδα και ο παράδοξος θεσμός του δημοσίου ενθουσιασμού. Αυτός τον υπέβαλεν, αυτός δικαιούται να τον αποσύρει». Και ο Δροσίνης οδύρεται που πέρασε τις τελευταίες ώρες της ζωής του στο σπίτι του, που είχε πάει για τη γιορτή της αδερφής του.
Η ΚΗΔΕΙΑ ΤΟΥ
Η κηδεία του έγινε στις 27 Νοεμβρίου στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, μπροστά σε πλήθος κόσμου όλων των τάξεων κι όλων των επαγγελμάτων.
Παρέστησαν ο Πρωθυπουργός Ε. Βενιζέλος, ο Πρόεδρος της Βουλής Τσιριμώκος, οι Υπουργοί Στρατιωτικών, Ναυτικών, Παιδείας και Γεωργίας, Στρατηγοί ποιητές και τριακόσιες και πλέον νύφες του Λευκού σταυρού. Στην νεκρώσιμη ακολουθία χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Κωστής Παλαμάς, κι αποτέλεσε ένα μοιρολόγι, σαν ένας λυρικός ύμνος, αντάξιος στη ζωή του Εθναποστόλου.
Ένα χρόνο νωρίτερα η Ακαδημία Αθηνών είχε βραβεύσει τον Σπύρο Ματσούκα. Ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ της 28ης Νοεμβρίου 1928 αφιέρωσε ως νεκρολογία του ένα υπέροχο κείμενο που αξίζει της υπομονής σας να την διαβάσουμε  αυτούσιο
 

Και εγώ θα προσθέσω μήπως ένα δρομάκι στην Πάτρα θα μπορούσε να πάρει την ονομασία ‘’Σπύρου Ματσούκα’’…
ΤΑ ΜΕΤΑ                                                                                
Η ιδιαίτερη πατρίδα του, η Φθιώτιδα τον τίμησε. Είκοσι επτά χρόνια από το θάνατό του, στις 5 Ιουνίου του 1955, ανήμερα της Πεντηκοστής, έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα τα αποκαλυπτήρια των δύο Μνημείων του :
Το πρώτο με τον ανδριάντα του, στήθηκε στο χωριό του, την Υπάτη, ύψους 5.35μ. μετά των βάθρων του, θεμελιωμένο σ’ έναν λόφο, κοντά στο σχολείο, ακριβώς απέναντι από το σπίτι που γεννήθηκε, να σημειωθεί ότι το  σπίτι του το  κάψανε οι κατοχικές δυνάμεις 1941-44.
Το δεύτερο Μνημείο ήταν η προτομή του, ύψους 3.45.μ μαζί με τη βάση του, εγκαταστάθηκε στο τρίγωνο που σχηματίζουν οι οδοί, Ροζάκη – Στυλίδος- Καποδιστρίου και στην επί τόπου διαμορφωθείσα πλατεία Σπύρου Ματσούκα. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν την επομένη 6 Ιουνίου. Τον λόγο των αποκαλυπτηρίων εκφώνησε ο τότε Υπουργός Ευάγγελος Καλαντζής.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Αυτός ήταν ο βίος και η βασική διαδρομή του Σπύρου Ματσούκα, αυτού του ιδιόμορφου ποιητή, αλλά προ πάντων Εθνικού «Τραγουδιστή». Προσωπικά επέλεξα το συνοδευτικό προσδιορισμό ΕΘΝΕΓΕΡΤΗΣ, ορισμός που πιστεύω ότι συμπυκνώνει τους τόσους χαρακτηρισμούς.
Αν αποπειραθούμε να αναστηλώσουμε την προσωπικότητά του και να αποτιμήσουμε το έργο του με τα σημερινά μέτρα, που θα κατασταλάζαμε ; Ήταν άραγε ένας γραφικός τύπος με Ορεσίβια χαρακτηριστικά. Μα τότε πως ένας γραφικός και ανόητος κατόρθωσε να επιτελέσει αυτό το τεράστιο έργο που δεν ήταν εφήμερο αλλά άφησε και σπόρους. Μήπως η λεγόμενη Βασιλική Πρόνοια, ουσιαστικά όχι μόνο ήταν δική του ιδέα, αλλά και η υλοποίησή της  με τον ΛΕΥΚΟ ΣΤΑΥΡΟ. 
· Στην εποχή μας θα ήταν ένας ακραίος αιμοβόρος Εθνικιστής, εντεταγμένος ίσως σε κάποιο ακραίο μόρφωμα ; Η απάντηση πιστεύω είναι ότι ήταν ένας Ελληνόφρων, γιατί πέρα από τον ανιδιοτελή πατριωτισμό του, διακατεχόταν από μεγάλο ανθρωπισμό, με αλτρουισμό και μεγάλη συμπόνια για κάθε καταφρονημένο και δυστυχισμένο πλάσμα.
·                    Αυτή η τεράστια δυνατότητα που είχε, με στίχους της στιγμής να ξεσηκώνει τους μαχητές στο μέτωπο, να ενθουσιάζει πλήθη, θα ήταν ένα πολύτιμο στέλεχος των υπηρεσιών Διαφώτισης -ψυχολογικών Επιχειρήσεων. Νομίζω ότι η απάντηση είναι ΟΧΙ, γιατί ο Ματσούκας εάν ήταν Αξιωματικός καριέρας ή έμμισθος Υπάλληλος, θα έχανε αυτή την λάμψη και την αναγνώριση που είχε και αποτελούσε τον στενό ψυχικό δεσμό που είχε με τους φαντάρους και το λαό γενικότερα.
·                    Τέλος η αναγέννηση της Ελλάδος με το κίνημα του 1909 και την στη συνέχεια έλευση του Ελευθερίου Βενιζέλου, δείχνει ότι είχε ωριμάσει το εθνικό φρόνημα που ζητούσε λύτρωση από την ταπείνωση του 1897. Ο Σπύρος Ματσούκας υπήρξε ένας πρόδρομος συνέβαλε στα μέγιστα προς την κατεύθυνση αυτή. Η ποίησή του έχει κάποια κοινά στοιχεία με αυτή του Κρυστάλλη και πατριωτισμός του και η φιλοπατρίας του θυμίζουν κάτι από τον Μακρυγιάννη, οι δε περιοδείες του θυμίζουν τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό.
Τελειώνοντας, αναφέρω ότι τουλάχιστον 16 δημοσιεύματα εντόπισα στο ΝΕΟΛΟΓΟ την περίοδο 1909 – 1928.
Ας ελπίσω, λοιπόν, ότι σήμερα ξανάφερα στην Πάτρα τον ΣΠΥΡΟ ΜΑΤΣΟΥΚΑ.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
Πηγές:
Γιάννης Δημ. Παπαναγιώτου:  Σπύρος Ι. Ματσούκας, Ο Εθνικός ζητιάνος και σαλπιγκτής της Λευτεριάς, Λαμία 2012.
Αθανάσιος Καραμπέτσας- Ιω. Λάμπρου : Σπύρος Ματσούκας ο άγνωστος Εθναπόστολος, εκδ Μπατσιούλα, Αθήνα 2009
ΝΕΟΛΟΓΟΣ
Εφημερίδες της εποχής





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου